Ο Κωστάκης παλιά,
όταν ήταν στην Τρίτη Λυκείου είχε ένα γκομενάκι, την Λίνα που ήταν μικρότερή
του και τον γούσταρε τρελά. Επειδή όμως η Τρίτη Λυκείου ήταν χάλια από πάντα,
είχε δηλαδή πολύ διάβασμα ανέκαθεν, ο Κωστάκης δεν έδωσε και πολύ μεγάλη
προσοχή στη σχέση του με την Λίνα κι ας τον γούσταρε αυτή σαν τρελή.
Όταν με το καλό τέλειωσαν οι Πανελλήνιες και
μπήκε το καλοκαιράκι ο Κωστάκης το μόνο που σκεφτόταν είναι να πάει διακοπές
στο Μάλτεπε και να χορεύει στη Λαγουδέρα. Η Λίνα που ήταν μικρότερή του δεν
υπήρχε περίπτωση να πάει διακοπές μαζί του ούτε καν για μπάνιο αυθημερόν στην
Αγιατριάδα. Έτσι λοιπόν έληξε άδοξα αυτός ο έρωτας ο ανεκπλήρωτος.
Μετά, περάσαν τα χρόνια κι ο Κωστάκης
παντρεύτηκε μια τύπισσα απ’ την Αθήνα που είχε καταγωγή απ’ το Μυστρά και
μακρινή συγγένεια με τους Παλαιολόγους. Κάνανε και δύο παιδιά αλλά ο γάμος δεν
κράτησε πολύ καθότι ο Κωστάκης παιδί των δυτικών συνοικιών δεν τα σήκωνε και
πολύ τα πουστριλίκια της ανωτέρας τάξεως να πούμε.
Μετά τα έφτιαξε με μια Τουρκάλα που
γνώρισε στην Πόλη όταν είχε πάει με κάτι κολλητούς να γιορτάσει το διαζύγιό του
με την Παλαιαλόγα. Τρελός και παλαβός ο Κωστάκης με την Τουρκάλα, θα την
παντρευτώ έλεγε, και πέσανε επάνω του συγγενείς και φίλοι και του λέγανε κάτι
γαλλικά για θρησκείες και κοράνια και κάτι άλλα ακαταλαβίστικα. Τελικά τον γάμο
τον αποτρέψανε αλλά ο Κωστάκης πρόλαβε κι έκανε ένα κοριτσάκι με την Τουρκάλα
εκτός γάμου και παραλίγο και εκτός νόμου αλλά το αναγνώρισε και το παιδί δεν
έμεινε αγνώστου πατρός που λένε, στη μουσουλμανιά να μην έχει που την κεφαλή
κλίναι.
Για να ξεχάσει την τουρκάλα ο Κωστάκης τα
έφτιαξε με μια Βουλγάρα που γνώρισε στο Σαντάνσκι μια Κυριακή που πήγε ν’
αγοράσει απορρυπαντικά πλυντηρίου και να φουλάρει με φτηνή βενζίνη το αμάξι του.
Η Βουλγάρα, δυο μέτρα γυναικάρα τον είδε τον Κωστάκη σαν διαβατήριο
σφραγισμένο. Και ο Κωστάκης την είδε σαν
εκπλήρωση των κομμουνιστικών του ονείρων τότε που ήταν έφηβος και λέγανε ότι
στη Βουλγαρία πηδάς γκόμενα μ’ ένα καλσόν.
Καλά περνούσαν με τη Βουλγάρα μέχρι
πρότινος. Ευτυχώς για τον Κωστάκη παιδιά δεν κάνανε γιατί τα μισά απ’ ότι
έβγαζε τα έδινε σε διατροφές. Και λέω μέχρι πρότινος γιατί ο διάολος έχει πολλά
ποδάρια.
Έτσι λοιπόν πριν από αρκετούς μήνες πήγε ο
Κωστάκης στη στοά Καράσσο να βάλει ένα τρουκ που έφυγε απ’ το μπουφάν του και
όλως τυχαίως μετά από χίλια χρόνια συναντήθηκε με την Λίνα. Ναι ρε καρντάση, τη
Λίνα της τρίτης Λυκείου που είχε να τη δει από τότε και δώστου τα «πώς αλλάξαμε»
και «πώς περάσανε τα χρόνια» και «ναι
αλλά εσύ έμεινες ίδια ρε Λίνα» και παραλίγο να γλυστρήσουν δυο περαστικοί απ΄τα
σορόπια. Και «τι έκανες στη ζωή σου;» και τα είπανε για ώρα αρκετή εκεί μεσα στη
στοά. Στο τέλος του ‘σκασε η Λίνα πως σε λίγες μέρες παντρεύεται γιατί είχε κι
αυτή έναν γάμο που διαλύθηκε πριν χρόνια και ξανάπεσε στα νύχια του έρωτα. Και
δώστου ο Κωστάκης να φουντώνει από μέσα του, που θα παντρευτεί η Λίνα έναν
άγνωστο και όχι αυτόν που τα είχανε και στην Τρίτη Λυκείου.
Και ανοίγει η Λίνα την τσάντα της και του
δίνει ένα προσκλητήριο που είχε πρόχειρο και του λέει «να ‘ρθεις» και «θα χαρώ
πολύ»
Και φεύγει ο Κωστάκης και σκάει μύτη στο
καφενείο με το προσκλητήριο που δεν του ‘πεσε απ΄τα χέρια και το ανοίγει μροστά
μας και το διαβάζει και διαολίζεται
«Τι έγινε ρε Κωστάκη»
του την πέφτουμε οι φίλοι του και μας δείχνει κάτω- κάτω στο προσκλητήριο τα
ονόματα που γράφει «Διαμαντής-Λίνα» και φωνάζει και γίνεται Τούρκος.
«Εγώ ρε θα πάω στον
παπά και στο Μητροπολίτη! Αυτός ο γάμος δε θα γίνει! Αυτός ο καριόλης ο
Διαμαντής δε θα πάρει την παιδική μου αγάπη τη Λίνα, όχι όχι όχι! Αυτός ο γάμος θα γίνει μόνο αν η Λίνα αλλάξει
εντελώς το όνομά της. Αν η Λίνα χρησιμοποιήσει αυτό το όνομα ο Διαμαντής σας το
λέω, θα μείνει ανύπαντρος. Ουγκ».
Φώτης Βεζυργιαννίδης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου