Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

Η ΘΕΡΜΟΚΕΦΑΛΗ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ (ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ), (Γιάννης Δεληγεώργης)

Διάβασα πριν κάποιες εβδομάδες σε ένα blog την εξής άποψη:



“Όπως έχω γράψει πολλές φορές «ο Έλληνας δεν θαυμάζει αλλά ζηλεύει». Δεν ζηλεύει απλά αλλά φθονεί με μανιώδη λύσσα».



Και αναρωτήθηκα: μα είμαστε εμείς οι Έλληνες τόσοι κακοί όσο μας παρουσιάζει ο εν λόγω blogger; Τι είμαστε για να «φθονούμε με μανιώδη λύσσα», τα ζόμπι από το Resident Evil;

Το άρθρο από το οποίο ήταν παρμένη η παραπάνω φράση ήταν μια υπεράσπιση του Αρκά για τα δυσμενή σχόλια που είχε δεχθεί για την πρόσφατη δουλειά του, αυτή με τον προφήτη. Προσωπικά δηλώνω οπαδός της δουλειάς του Αρκά και θα πρέπει να παραδεχθώ ότι η επίθεση ήταν αδικαιολόγητη. Μια τέτοια όμως επίθεση σε ένα ολόκληρο λαό δικαιολογείται;

Κατά πρώτον κάποιοι, μια μικρή ομάδα επιτέθηκαν στον Αρκά. Μπορεί από αυτό να βγει το συμπέρασμα πως «ο Έλληνας φθονεί με μανιώδη λύσσα»; Δηλαδή όλοι οι Έλληνες ανεξαιρέτως, λες και δεν υπάρχουν πάμπολλοι Έλληνες που είναι φαν του Αρκά. Το δείγμα είναι εξαιρετικά μικρό για να είναι αντιπροσωπευτικό ενός λαού. Είναι ηλίου φαεινότερο πως αποτελεί η τοποθέτηση μια άστοχη γενίκευση.

Κατά δεύτερον είναι προφανές πως ο (υπο)γράφων το άρθρο βρισκόταν την ώρα που έγραφε εν βρασμώ ψυχής και προσπαθεί κάπου να ξεσπάσει. Η γλώσσα του δεν αντανακλά την πραγματικότητα όπως θα ήθελε αυτός που το έγραψε αλλά μόνο τον φουρτουνιασμένο εσωτερικό του κόσμο. Και δυστυχώς είναι αυτή η τρικυμία εν κρανίω που μετατρέπει τους ανθρώπους σε τρολ –όλους αυτούς που στα λόγια καταδικάζουν μεν τη βία από όπου κι αν προέρχεται, νιώθουν δε πλήρως δικαιωμένοι να ασκήσουν λεκτική βία και να ξευτιλίσουν όσους έχουν διαφορετικές ή «ενοχλητικές» απόψεις.

Η συγκεκριμένη φράση είναι εξαιρετικά τραβηγμένη και όσο κι φαίνεται ενοχλητική μπορεί κάποιος εύκολα να καταλάβει, ειδικά αν έχει την απαραίτητη ψυχραιμία και καλή διάθεση, τα πιο πάνω λογικά και συναισθηματικά σφάλματα. Αποτελεί όμως μια γενικότερη συμπεριφορά και αυτή είναι η αιτία που γράφω τις αράδες αυτές.

Η συμπεριφορά είναι πολύ συχνή και εμφανίζεται ως μια επίθεση προς την ελληνική ταυτότητα. Και όταν κάτι τέτοιο γίνεται από τον ξένο τύπο -θα θυμάστε τα γερμανικά δημοσιεύματα περί τεμπέληδων και άχρηστων Ελλήνων- λέμε πως είναι μια προπαγάνδα, όταν όμως έρχεται ως αυθόρμητη επίθεση κάποιους που είναι και οι ίδιοι Έλληνες, είναι διπλά θλιβερό. Ποιος δεν έχει ακούσει εκείνο τον εκνευρισμένο Έλληνα, που βγάζοντας τον εαυτό από έξω, βρίζει συλλήβδην όλους τους Έλληνες ως λαμόγια; Ποιος δεν έχει διαβάσει στα κοινωνικά δίκτυα εκείνον τον οργισμένο που πλήρως απογοητευμένος με την ασκούμενη πολιτική γράφει με την κάθε άσχετη αφορμή και πύρινο μένος: «μνημόνια ρε… μνημόνια μας αξίζουν, ως να τελειώσει η αιωνιότητα» μόνο και μόνο για να ξεθυμάνει. Παρόμοια παραδείγματα μνησίκακης εκτόνωσης είναι ατελείωτα.

Κάποιος ίσως να έλεγε πως πρόκειται για στηλίτευση των αρνητικών ενός λαού, πως χρειάζεται κι αυτό. Δεν είμαστε τέλειοι, έχουμε τα ελαττώματά μας όπως κάθε άλλος λαός, όπως και κάθε άνθρωπος. Και θα πρέπει να επισημάνω πως η εύκολη εξιδανίκευση και η απλοϊκή ηρωοποίηση της πατρίδας μας κάνει εξίσου κακό. Σε τέτοιες περιπτώσεις όμως δεν πρόκειται για κριτική με σκοπό τη βελτίωση αλλά για καθαρή λοιδορία και εξευτελισμό. Μια προσπάθεια για συναισθηματική εκτόνωση -ένας ολόκληρος λαός γίνεται σάκος του μποξ- χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα δυσάρεστα επακόλουθα. Πίσω από την ανάγκη για εκτόνωση κρύβεται η ίδια αυτοκαταστροφική παρόρμηση όπως εκείνη που έχει κάποιος που του πονά το δόντι και του περνά εκείνη η ιδέα πως θα γλιτώσει από τον πόνο αν με μια δυνατή γροθιά το σπάσει. Η ίδια (αυτό)καταστροφική παρόρμηση κρύβεται πίσω από την τάση να στιγματιστούν και να εκδιωχθούν διάφορες κοινωνικές ομάδες, είτε πρόκειται για πρόσφυγες-λαθρομετανάστες είτε για την κάθε «ενοχλητική» ομάδα συμπολιτών μας. Σαν τον Ιανό, η εχθρότητα λόγω της έντασης που γεννά η κρίση έχει δυο προσωπεία, το ένα στρέφεται προς τα έξω (τους ξένους) και το άλλο προς τα μέσα (τους ίδιους τους Έλληνες). Αν και οι περισσότεροι βλέπουν μόνο το ένα από τα δυο, κάτι που επιδεινώνει έναν διχαστικό φανατισμό, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αμφότερα είναι εξίσου καταστροφικά.

Σε δύσκολους καιρούς, σε περιόδους που η ένταση είναι μεγάλη, είναι αναμενόμενο κάποιοι να προσπαθήσουν να αποβάλουν την πλεονάζουσα ένταση και δυσαρέσκειά τους ξεφορτώνοντάς την πάνω στους άλλους. Είναι κάτι το ενστικτώδες, ένα φροϋδικό ένστικτο θανάτου. Σε αυτές τις περιπτώσεις φταίει κάποιος άλλος που πρέπει να πληρώσει για όλα με το να γίνει αποδιοπομπαίος. Προβάλλοντας τον κακό μας εαυτό στον άλλο και «θυσιάζοντας» τον συνάνθρωπο νομίζουμε πως ξεφορτωνόμαστε το κακό. Αυτό όμως είναι μόνο μια αυταπάτη. Και κάπως έτσι γεννιούνται τα τρολ και όλη η θερμοκέφαλη αρθρογραφία αυτών που ξεχνούν πως τα οργισμένα ξεσπάσματα όχι μόνο δεν λύνουν τα προβλήματα αλλά τα περιπλέκουν και τα δυναμώνουν. Αυτών που ξεχνούν πως «τον βραδινό θυμό είναι καλύτερο να τον κρατάς για το πρωί».

Τα εξημμένα πάθη οδηγούν στα άκρα και την απομόνωση. Οι λύσεις όμως βρίσκονται στην (αριστοτελική) μεσότητα, όχι μόνο με την έννοια της μετριοπάθειας αλλά και του χώρου μεταξύ μας. Δηλαδή στην επικοινωνία και τη συνεννόηση μεταξύ μας.



                                                                                 Ι.Χ.Δεληγεώργης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου