Και
το σκυλοτράγουδο να παίζει ξανά και ξανά
το
ίδιο τραγούδι από την αρχή και πάλι
άλλη μια
κι ακόμη μία
γιατί δεν χωράει τον πόνο
όσες φορές κι αν ξεσκίσει την ησυχία της νύχτας ο πόνος δεν θα χωρέσει ποτέ σε κανένα τραγούδι
εδώ Βαλκάνια και πονάμε αδερφέ
στον Βορρά πονάνε με μέτρο;
Εδώ το μέτρο άμετρο
Εδώ ο πόνος αβάσταχτος και ψάχνει σκυλάδικο να χωρέσει.
Αερικό μέσα στο σκοτάδι, σε βλέπω απέναντί μου…
Στη γειτονιά που όλοι οι οικογενειάρχες έχουν τακτοποιήσει τη μέρα τους στα μέτρα που απαιτούνται και εγκρίνονται, κοιμούνται, τακτοποιημένοι στα τακτοποιημένα ατσαλάκωτα κρεβάτια τους, κοιμούνται μια νύχτα με την ελπίδα κανένα ασθενοφόρο να μη διαταράξει την ηρεμία τους, καμιά γάτα σε οίστρο να μη διακόψει τα αγνά όνειρά τους, κανένα σκουπιδιάρικο να μη βρωμίσει τον ύπνο τους.
Κραυγάζεις από το μπαλκόνι του πρώτου…
Ποιος είπε πως ο κόσμος έχει φτιαχτεί για όλους;
Ποιος είπε πως χωράει τα πλάσματα που γεννιούνται και πεθαίνουν κάθε λεπτό σε αυταναφλέξεις;
Πεφταστέρια που δεν ζουν παρά μόνο μια στιγμή
Και μετά κανείς δεν θυμάται
Όλοι επιλέγουν τον κύριο Αλτσχάιμερ να κρυφτούν πίσω από την άγνοια.
Αλλόκοτο πλάσμα ξεσκίζεις την ψυχή σου ξεσκίζοντας την ησυχία της νύχτας…
Το οκτάωρο (τι σημασία έχει κι αν είναι δωδεκάωρο, ποιος δίνει σημασία;) πήγε καλά. Επιστροφή στο σπίτι. Αμίλητο φαγητό. Εκνευρισμένες κουβέντες. Τα παιδιά, το σχολείο, το διάβασμα, οι βαθμοί. Καλά τα πήγαμε και σήμερα. Αποτελεσματικά τα ιδιαίτερα μαθήματα. Μεγάλες οι πιθανότητες να πετύχουμε σε κάποιο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, να μπούμε στο μάτι της συνυφάδας που τα δικά της παιδιά έχουν σαρώσει τα δεκαννιάρια και τα εικοσάρια.
Παιδί κι εσύ της επαρχίας, επιτυχούσα στις εξετάσεις του Πανεπιστημίου…
Το σούπερ μάρκετ, τα ψώνια, οι λογαριασμοί, το δάνειο. Ευτυχώς τα καταφέρνουμε ακόμη, μία η άλλη. Τη δόση του στεγαστικού μην ξεχάσεις! Ένα σπίτι για τα παιδιά, να έχουν κάτι αύριο μεθαύριο.
Το σπίτι σου μικρό, μια γκαρσονιέρα του πρώτου, με νοίκι, όχι δικό σου, σεις δεν πήρατε στεγαστικό…
Χαμήλωσε την τηλεόραση, τα παιδιά διαβάζουν ακόμη. Τι να μαγειρέψω για αύριο; Μπελάς αυτό το φαγητό κάθε μέρα! Κουράστηκα πια, θα πάω για ύπνο. Σβήσε τα φώτα πριν πέσεις. Κλείδωσες την πόρτα;
Άφησες ξεκλείδωτα. Άνοιξες διάπλατα τα παράθυρά σου να ξεχυθεί στον κόσμο η μουσική σου…
Πώς πέρασε έτσι η ώρα; Άντε να κοιμηθούμε, να ξημερώσει ο Θεός τη μέρα. Το ξυπνητήρι; Το έβαλες; Καληνύχτα.
Φώτη, Φώτηηηη
Μαινάδα σε αστικό τοπίο
Αλλοπαρμένη με μαλλιά ξέμπλεκα
Μ’ ένα κοντομάνικο που αψηφά τον Βαρδάρη
Τα ντεσιμπέλ σαρώνουν τη νύχτα
Κι εσύ φωνάζεις με λυγμικές κραυγές έναν Φώτη αόρατο, άπιαστο, φευγάτο
Όλα σου τα υπάρχοντα βορά στον νόμο της βαρύτητας
Και το πεζοδρόμιο να γεμίζει κομματιασμένες στιγμές της σύντομης ζωής σου
Πετάς την ύπαρξή σου από την γκαρσονιέρα του πρώτου και την κοιτάζεις χωρίς οίκτο να χάνεται μόλις πέντε μέτρα μακριά σου
Ν’ αδειάσεις το σπίτι
Ν’ αδειάσεις το μέσα σου
Να μην αισθάνεσαι
Να μην υπάρχεις
Να μην πονάς
Και οι σειρήνες διακόπτουν την ησυχία της νύχτας.
Και οι οικογενειάρχες αναρωτιούνται και ξεγελιούνται πως η δική τους ζωή είναι επαρκώς τακτοποιημένη, χωρίς εξάρσεις και άτοπες ενέργειες, χωρίς Φώτηδες που σκοτεινιάζουν μυαλά
Τα δράματα δεν τους αφορούν
Απλά τον ύπνο τους διακόπτουν, για λίγο, ίσα ίσα, μέχρι να σιγήσουν οι σειρήνες του ασθενοφόρου
Ενοχλημένοι τραβούν τα σκεπάσματα επάνω τους και ξαναβυθίζονται στην ψευδαισθητική γαλήνη
Θα ξημερώσει και αύριο η μέρα και όλα θα πάρουν πάλι τον γνωστό, επαναλαμβανόμενο ρυθμό τους.
Σε σκέφτομαι συχνά, πολλά χρόνια τώρα
Τι απέγινες εκείνη τη νύχτα;
Με στοίχειωσε ο ήχος της φωνής σου κι αυτό το όνομα του
Φώτη
Σε σκέφτομαι λίγο πριν κοιμηθώ
Λίγο πριν κουκουλώσω την τακτοποιημένη ζωή μου με το πάπλωμα της λήθης και της αποποίησης της ενοχής.
Μαρίνα Μάγκλαρη
Δραματοθεραπεύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου