Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Απόσπασμα από το ‘’ΒΑΛΣ ΤΩΝ ΑΝΕΜΩΝ’’ Της ΗΛΙΑΝΑΣ ΒΟΛΟΝΑΚΗ.

Η ώρα περνούσε. Κάθε λεπτό της, ήταν εις βάρος τους.

- Κασσάνδρα, είναι ώρα να φύγουμε!

Και πριν προλάβει να συνεχίσει η Βασιλική την φράση της, ένας Τούρκος έκοψε πέρα για πέρα το κεφάλι του Ευφραίμ.




Έτσι όπως είχαν τα πράγματα, το μόνο που απόμεινε ήταν να φύγει. Δεν είχε τίποτα πια στη Σμύρνη, στο τόπο όπου έζησε τα όνειρά της. Έτσι λοιπόν, με το φουστάνι της σκισμένο, με τις σκέψεις της χαμένες και με μία απόγνωση φωλιασμένη στη καρδιά, έπεσε μαζί με την Βασιλική στα νερά του λιμανιού, παλεύοντας να φτάσει στο γαλλικό καράβι. Τα γαλλικά που γνώριζε της φάνηκαν χρήσιμα.

- Je m’appelle Cassandra Avrasoglou et… 

Πριν προλάβει να αποσώσει τη φράση της, ένας ναύτης την τράβηξε επάνω. Το ίδιο έκανε και με την Βασιλική. Πριν κατέβουν στο αμπάρι, η Κασσάνδρα γύρισε και είδε την πατρίδα της. Ήταν ηλιοβασίλεμα και είδε τα Βουρλά- όπως έλεγε η ίδια- να καίγονται. Κι όπως έπεφταν οι ακτίνες του ήλιου, κοκκίνιζαν τον καπνό και φαντάστηκε πώς ήταν το αίμα των ανθρώπων. Τότε, είπε: Αχ, αντίο Βουρλά μου, δεν θα σε ξαναδώ πια, αχ πατέρα μου. Τόσοι άνθρωποι πού χαθήκατε, γιατί; Αντίο Σμύρνη, δε θα σε ξαναδώ, αλλά ορκίζομαι αν ζήσω, δε θα σε ξεχάσω ποτέ. Έτσι, ήταν! Οι Σμυρνιοί έδωσαν κατάρα στα χωριά τους τα οποία μέχρι και σήμερα είναι έρημα. Μισούσαν τους Τούρκους και αηδίαζαν με τα όσα έβλεπαν τα μάτια τους.

Ύστερα, σωριάστηκαν σε μια γωνιά μαζί με άλλους πρόσφυγες στοιβαγμένους, πού είχαν κρεμάσει τη ζωή τους σε μια νέα πατρίδα που δεν ήξεραν τι θα βρουν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου