Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Ode to Mr Leonard, (Toυ Στέλιου Μοίρα)

Αυτή τη στιγμή που γράφεται το κείμενο, χιλιάδες μηνύματα, σχόλια, αράδες σαν κι αυτές εδώ τώρα, videos, links, φωτογραφίες, αναρτώνται, δημοσιεύονται, επικοινωνούνται για άλλη μια φορά μεταξύ ανθρώπων ανά τον κόσμο με την αφορμή μιας νέας απώλειας, του κύριου Leonard Cohen. Του Leonard για μένα και για πολλούς άλλους. Κάθε εποχή και οι επικήδειοι της.


Τι συμβαίνει ή τι σημαίνει για τον καθένα μας όμως που «χάνει» έναν αγαπημένο καλλιτέχνη; Τι είναι αυτό που λείπει και χάνεται; Είναι μια ερώτηση που έθεσα στον εαυτό μου συχνά μέσα στο 2016, μιας και αυτό συνεχίζει να σημαδεύεται με τη «φυγή» πολλών σπουδαίων μουσικών. Δεν μπόρεσα αρχικά παρά να δώσω μία και μόνο απάντηση: Είναι προσωπικό το ζήτημα. Πολύ προσωπικό κι αυτό γιατί μουσικοί και ποιητές όπως ο Cohen έκαναν προσωπική τέχνη. Προσπάθησαν και κατάφεραν μέσα σε δεκαετίες ιστορικά σημαντικές να αρθρώσουν το ιδιωτικό τους σε μια δημόσια σφαίρα με τρόπους που δεν ακουμπούσαν μόνο την έννοια της popularity αλλά με την έννοια της αναφοράς προς τα ίδια σχήματα συναισθημάτων και απόλαυσης που είχαν οι ακροατές τους. Εν ολίγοις, μιλάμε για περιπτώσεις όπου ο ακροατής, ο θαυμαστής υιοθετεί τον καλλιτέχνη, προσδίδοντας του μια λατρεία διακριτική, μια οικειότητα που μόνο αυτός ξέρει πώς μοιράζεται όταν η βελόνα ακουμπάει το βινύλιο ή όταν διαβάζει τους στίχους.

Δεν ξέρω αν ακριβώς αυτό που αρχίζει να λείπει είναι μόνο η φυσική παρουσία, όσο η Ύπαρξη ενός καλλιτέχνη, η προσμονή να ξανακούσουμε τη φωνή του, να συναντηθούμε με νέες δημιουργίες του, να δεχτούμε πώς πίσω από την προσωπικότητα ενυπήρχε πάντα η φθαρτότητα και η ολοκλήρωση ενός κύκλου, μιας εποχής. Αυτό είναι που στενοχωρεί και φέρνει στον κάθε θαυμαστή την έννοια του τέλους εποχής: ότι προσδίδουμε πάντα στους δικούς μας καλλιτέχνες μια διαχρονικότητα που οφείλει να ναι παντοτινή.

Ο Cohen ήταν από τη αρχή διαχρονικός γιατί ήταν ποιητής και οι ποιητές γνωρίζουν τον κόσμο πριν ακόμη αυτός δημιουργηθεί ή αλλάξει. Σε εμάς μένουν τα τραγούδια, οι συμβολισμοί που αρεσκόμαστε να αποδίδουμε σε αυτά, αλλά ο Cohen έγραφε πάντα πιο μπροστά για εμάς και για τον ίδιο πρώτα από όλα. Σε επαφή με τις αισθήσεις και τον αισθαντισμό που έφερνε κάθε εποχή που βίωνε ο ίδιος, κατάφερνε πάντα να μένει μακριά από τα μεγάλα φώτα, στρέφοντας το έργο του στο μικρό φως, στις μοναχικές λάμπες ευάερων δωματίων και στενών σε πόλεις και νησιά, στη μικρή εκείνη λεπτομέρεια του ανθρώπινου σώματος που αρκεί για να καταλάβουμε τη μαγεία του ή την εξάρτηση που θα έρθει από αυτό όσο συνεχίζουμε να διεκδικούμε τις αισθήσεις. Ο ποιητής Cohen, κι ας κρατούσε κιθάρα, δεν ήταν τίποτα άλλο για αυτόν πέρα από μια διαφορετική πένα και γραφομηχανή, το εργαλείο του για να μεταμορφώνει τη ροή του κόσμου που έρχεται στον καθένα είτε μέσα από ένα ζευγάρι μάτια, την γέννηση ενός παιδιού, τα πτώματα ενός πολέμου, τις πολιτικές αλλαγές, την αποζήτηση της ησυχίας. Ο Cohen τοποθετούσε την ένωση και την ερωτική μέθεξη των εραστών σε μια σφαίρα ενότητας. Ο έρωτας, η συνύπαρξη, οι μικροί κώδικες αγάπης ενάντια σε ένα κόσμο που σταδιακά άρχιζε να μη συμπαθεί την ενότητα, τον έρωτα, την απλή συνύπαρξη των αισθήσεων. Σε έναν κόσμο που άρχιζε να μην συμπαθεί τον εαυτό του κι ας διδάσκει ότι μόνο ο εαυτός μας φτάνει για να επιβιώσουμε.

Για πέντε δεκαετίες το έργο του Cohen ακολουθούσε ένα θράσος, το ίδιο που ακολουθούσε και καλλιτέχνες όπως ο εκλιπών Θ. Ανεστόπουλος, ο Nick Cave και άλλοι: πως ήταν σκοτεινοί, απαισιόδοξοι, πως ρίχνουν τη διάθεση. Έχω υπάρξει σε συναυλίες και των τριών και δεν μπορώ να θυμηθώ όλα τα παραπάνω. Μόνο χορό, πώρωση, φωνές, δυναμισμό, ενότητα και αγκάλιασμα με τους γύρω μου. Αν ο πόνος, η ταύτιση μας με την έννοια της προσπάθειας να ζούμε, να σκεφτόμαστε, να πληγωνόμαστε και να συλλογιζόμαστε είναι κατακριτέα και μακριά από το political correct happy end της εποχής μας, τότε ζούμε εκτός εποχής. Είμαστε μόνο καταναλωτές ιδεών και πληροφοριών. Το 1988 στην εποχή του άκρατου Θατσερισμού και Ρεϊγκανισμού ο Cohen έγραψε

First we take Manhattan then we take Berlin”

Στη δεκαετία του 1990, με τον καπιταλισμό και την τεχνητή ευμάρεια, την αρχή της ναρκισσιστικής υπερσεξουαλικότητας και της κοκαΐνης ο  Cohen έγραψε

Give me crack and anal sex, take the only tree that’s left and stuff it up the hole in your culture”

Το 2014 και ενώ μαίνεται μια κρίση για την οποία οι περισσότεροι αδυνατούν να αναγνωρίσουν την ταύτιση του θύτη με το θύμα, μαρτυρώντας την ατιμωρησία που προσφέρει το σύστημα, ο Leonard έγραψε

I was not caught, though many tried, I live among you well disguised”

ενώ τέλος, στο κύκνειο άσμα του διάλεξε απλά να μας αποδώσει με μια φράση την απραγία μας απέναντι στο κακό που έρχεται και στην αλαζονεία που ακόμη επιτρέπουμε να μας κατευθύνει δίχως να μπορούμε να βάλουμε ένα ανάχωμα, απλά παρακολουθώντας: You want it Darker.

Αναρωτιέμαι ακόμη τώρα που γράφω, αυτοί που λένε ότι ήταν σκοτεινός, άραγε πώς ζουν το δικό τους φως;

Οι αναρτήσεις θα παύσουν σταδιακά, το momentum του viral αποχαιρετισμού θα λήξει. Αυτό που μένει είναι κάτι παραπάνω που πρέπει να συντηρήσουμε. Το έργο το ίδιο. Η ανάγνωσή του, η ακρόασή του, η πραγμάτωσή του. Ο Καλλιτέχνης είναι η εποχή του, το ίδιο και οι θαυμαστές του. Αλλά είναι και κάτι παραπάνω.

I’ ve seen the future, baby: it is murder

Things are going to slide, slide in all directions…



                                                     Στέλιος Μοίρας

                                                           Συγγραφέας

1 σχόλιο: