Ο Ken Wilber είναι
ένας Αμερικανός θεωρητικός μελετητής της συνείδησης. Η αξία του έργου του έγκειται
στη συνθετική του ικανότητα και στην προσπάθεια σύγκλισης μιας τεράστιας γκάμας
προσεγγίσεων στο θέμα της συνειδητότητας, τόσο δυτικής όσο και ανατολικής
προέλευσης.
Στο πρώτο βιβλίο του,The Spectrum of Consciousness του 1977
και στο επόμενο No Boundary, όπου απλοποιεί τις θέσεις του (στα ελληνικά μεταφράσθηκε μόνο το
δεύτερο υπό τον τίτλο Ψυχολογία της Απελευθέρωσης) ξεκινά με την παραδοχή ότι η
ζωή μας, όπως τη βιώνουμε είναι γεμάτη από φράγματα. Αυτά τα φράγματα είναι τα
εμπόδια που αποτρέπουν τον άνθρωπο από το να αντιληφθεί μέσω της ενοποιημένης
συνείδησης (στην ορολογία του Wilber) την αληθινή φύση των πραγμάτων.
Όταν κάποιος θέλει να ορίσει κάτι, αυτό που κάνει είναι να τραβά μια
διαχωριστική γραμμή. Έτσι ξεχωρίζει αυτό που θέλει να ορίσει από όλα τα
υπόλοιπα. Για παράδειγμα όταν θέλει να ορίσει τον εαυτό του τραβά μια
διαχωριστική και διαχωρίζει τον εαυτό από τον μη εαυτό. Για τον Wilber, το ποιος είναι εξαρτάται από το πού τραβά τη
γραμμή. Εκείνο που επισημαίνει, είναι ότι ένα χαρακτηριστικό της γραμμής αυτής,
είναι ότι μπορεί να μετακινηθεί.
Υπάρχουν πάρα πολλές διαχωριστικές γραμμές. Η πιο συνηθισμένη όταν
κάποιος θέλει να αυτοκαθοριστεί, είναι αυτή που θέτει το όριο του δέρματος που
περιβάλλει τον οργανισμό του. Δηλαδή μεταξύ του σωματικού εαυτού και του
περιβάλλοντος. Το επόμενο φράγμα είναι μεταξύ της ψυχής και του σώματος. Οι
περισσότεροι άνθρωποι αισθάνονται ότι έχουν ένα σώμα και όχι ότι είναι ένα
σώμα. Αυτός ο δυϊσμός, αναφέρει ο Wilber, είναι το θεμελιώδες υπόβαθρο του δυτικού πολιτισμού. Ένα τρίτο φράγμα
είναι μέσα στην ίδια την ψυχή. Ο εσωτερικός κόσμος του ατόμου διαχωρίζεται σε
αποδεκτά και μη αποδεκτά τμήματα. Τα πρώτα σύμφωνα με τη γιουγκιανή ορολογία
που χρησιμοποιεί ο Wilber,
ονομάζονται η περσόνα ενώ τα δεύτερα η σκιά. Έτσι κάθε φορά που υψώνεται ένα
νέο φράγμα ο μη εαυτός αυξάνεται και ο εαυτός μειώνεται.
Το πιο σημαντικό φράγμα όμως είναι αυτό ανάμεσα στον παρατηρητή και το
αντικείμενο της γνώσης, ανάμεσα στον υποκείμενο και στο αντικείμενο. Από αυτό
προκύπτουν και τα περισσότερα από όλα τα υπόλοιπα. Ο άνθρωπος ξεχνά την ταύτισή
του με το Όλον και επικεντρώνεται στον εαυτό του και έτσι αρχίζει η διαμάχη με
τον κόσμο. Τελικά ο αποκομμένος (ή έκπτωτος στη χριστιανική ορολογία) άνθρωπος,
γνωρίζει τον θάνατο. Μόνο το μέρος γνωρίζει τον θάνατο, όχι το Όλον. Και επειδή
η συγχώνευση με το Όλον σημαίνει το θάνατο του ξεχωριστού εαυτού, η υπέρβασή
του προκαλεί τρόμο.
Για να αρνηθεί τον θάνατο ο άνθρωπος χτίζει το πρωταρχικό φράγμα. Και μετά
από αυτό τα φράγματα συνεχίζονται. Αφού το σώμα είναι κάτι πρόσκαιρο θέτει το
φράγμα μεταξύ σώματος και ψυχής και ταυτίζεται με τη δεύτερη. Έτσι δεν ζει με
το σώμα και αφού το απορρίπτει αυτό γίνεται ασυνείδητο. Οι επιθυμίες του
σώματος αντιτίθενται σε αυτές τις ψυχής και με τον τρόπο αυτό σχετίζεται το
τρίτο φράγμα που αναφέρθηκε μεταξύ περσόνας και σκιάς. Το άτομο προβάλλει όλες
τις μη αποδεκτές τάσεις, η πραγματικότητα διαστρεβλώνεται σε μεγάλο βαθμό και η
αλλοτρίωση συνεχίζεται. Η ψυχανάλυση ασχολείται, όπως πιστεύει ο Wilber, με τη μετάβαση από τη σκιά και την περσόνα στο
Εγώ.
Εφόσον ο θάνατος είναι μια κατάσταση χωρίς μέλλον, ο άνθρωπος τον
αρνείται, αρνούμενος εμμέσως έτσι να ζήσει χωρίς κάποιο μέλλον. Αυτός ο φόβος
δημιουργεί έντονα την αίσθηση του χρόνου. Και επειδή απαιτεί κάποιο μέλλον, ζει
κάθε στιγμή με την προσδοκία και το ανεκπλήρωτο. Τρέχει προς ένα μέλλον όπου
ζητά να συναντήσει τον πραγματικό του εαυτό. Η προσκόλληση στη μνήμη είναι και
αυτή μια προσπάθεια για επιβεβαίωση ότι θα υπάρξει σίγουρα κάποιο μέλλον (αφού
υπήρξε παρελθόν, τότε σκέφτεται ότι θα υπάρξει και μέλλον).
Αντί να βρει την άχρονη ολότητα, επιθυμεί να ζει για πάντα μες στην
ψευδαίσθηση της συνέχειας που παρέχει ο χρόνος. Υποκαθιστά την ενοποίηση με τον
κόσμο με την επιθυμία να τον κατέχει. Υποκαθιστά τον Θεό με την προσπάθεια να
παραστήσει τον Θεό ο ίδιος. Ο κόσμος της κουλτούρας δεν είναι παρά ένα
υποκατάστατο και αποτελεί μια αυταπάτη που σκοπός της είναι να νικήσει τον
θάνατο. Ο πόλεμος, το χρήμα, οι ιδεολογίες δεν είναι παρά υποκατάστατα. Στο
θέμα αυτό ο Wilber είναι φανερά
επηρεασμένος από τον Αμερικανό Ernest Becker και το βιβλίο του The Denial of Death.
Ο Wilber δίνει μεγάλη σημασία
στην ανακάλυψη της γεωργίας καθώς πιστεύει ότι όταν ο άνθρωπος μετατράπηκε από
κυνηγό-συλλέκτη σε αγρότη, πριν 12.000 χρόνια περίπου, η συνειδητότητά του
άλλαξε σε μεγάλο βαθμό. Ενώ ο κυνηγός-συλλέκτης ζει στο παρόν για το παρόν, ο
αγρότης κάνει σχέδια για το μέλλον. Έτσι ενώ το κυνήγι συντηρούσε ένα σωματικό
εαυτό, η γεωργία οδήγησε σε έναν νεοαναδυόμενο διανοητικό εαυτό. Η ανάπτυξη της
γλώσσας ήταν ένας ακόμα σταθμός που έντεινε την κατεύθυνση αυτή.
Κάθε απόφαση, κάθε δράση κάθε λόγος έχει ως βάση κατασκευή φραγμάτων
καθώς και ό,τι αυτό συνεπάγεται με τη χάραξη μιας διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα
σε εκείνο που επιλέγεται και σε εκείνο που απορρίπτεται. Η χάραξη αυτών των
διαχωριστικών σημαίνει την επινόηση αντιθέτων.
Όπως όμως τονίζει, πολύ συχνά κάθε διαχωριστική γραμμή είναι και ένα
σύνορο και κάθε σύνορο είναι μια δυνητική γραμμή πυρός. Το ξένο πολύ εύκολα
εμφανίζεται σαν κάτι το απειλητικό και εχθρικό. Έτσι το άτομο στην προσπάθειά
του να αυτοκαθοριστεί φτιάχνει ασύνειδα εχθρούς.
Εκείνο που προτείνει ο Wilber βασισμένος στις ανατολικές κοσμοθεωρίες είναι ότι όλα αυτά τα φράγματα
είναι αυθαίρετα, απλές ψευδαισθήσεις. Το πρόβλημα είναι ότι αφότου ορίσουμε τα
φράγματά μας, συμπεριφερόμαστε ως αυτά να ήταν πραγματικά και μετά αγωνιζόμαστε
να αφανίσουμε τους ανεπιθύμητους πόλους των αντιθέτων ξεχνώντας πως ο ένας
πόλος ορίζεται με βάση τον άλλο. Τα φράγματά μας δεν χωρίζουν τα αντίθετα αλλά
τα ενώνουν σε μια αδιάσπαστη ενότητα. Οι επιστημονικές θεωρίες και οι νόμοι δεν
είναι η πραγματικότητα αλλά τα φράγματα μας για την πραγματικότητα. Οι χάρτες
μας για την πραγματικότητα δεν είναι σε καμιά περίπτωση η ίδια η
πραγματικότητα.
Η ενοποιημένη συνειδητότητα είναι η περιοχή της συνείδησης στην οποία
δεν υπάρχουν φράγματα. Μια από τις κύριες δυσκολίες αντίληψης αυτής είναι το
ότι η γλώσσα μας είναι μια γλώσσα φραγμάτων. Η χρήση της κάθε λέξης θέτει και
ένα φράγμα. Για αυτό για τους μυστικιστές η πραγματικότητα έχει κάτι το άφατο.
Για αυτούς η πραγματικότητα είναι κενή, όχι γιατί είναι άδεια αλλά γιατί δεν
έχει φράγματα. Όπως το θέτει, το να συλλάβει κάποιος την ενοποιημένη συνείδηση
με τη γλώσσα είναι σαν να προσπαθεί να πιάσει όλο τον ωκεανό με ένα πιρούνι.
Κατά κάποιο τρόπο ο άνθρωπος αρνείται την ενοποιημένη συνείδηση. Με
θεολογικούς όρους εκείνο που αρνείται ο άνθρωπος είναι ο Θεός. Και κατά ένα
παράξενο τρόπο, αυτό που απαρνιέται είναι αυτό που επιζητά διακαώς αλλά
προσπαθεί να το πετύχει με λάθος μέσα. Γιατί όλα τα μέσα που χρησιμοποιεί δεν
είναι παρά φτηνά υποκατάστατα ευχαρίστησης για την επίτευξη της ενοποιημένης
συνείδησης την οποία όμως δεν επιτυγχάνουν.
Εκείνο που έχει να κάνει κάποιος δεν είναι η καταστροφή των φραγμάτων.
Κάτι τέτοιο είναι αδύνατο αφού αυτά δεν υπάρχουν. Εκείνο που μπορεί να κάνει
είναι η συνειδητοποίηση και η αναγνώρισή τους. Η αναγνώριση ότι αντί να κυνηγά
την ενοποιημένη συνείδηση απομακρύνεται από αυτή.
Ι.Χ. Δεληγεώργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου