Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

«Το κύμα» της Ελένης Παλλέ

Φιλενάδα μου γεια σου,

Ερωτεύτηκα προσφάτως. Στο ‘πα; Και φουλ! Και όχι, δεν έγινε απολύτως τίποτα με Αυτόν… Πώς θα μπορούσε άλλωστε;…




Σε σκεφτόμουνα λοιπόν αυτές τις μέρες. Θυμάσαι τότε που είχες ερωτευτεί τον Γιώργο; Τότε που τον φλέρταρες διακριτικά… Τόσο όσο! Δε θα ξεχάσω ποτέ εκείνο το ελαφρώς πονηρό ίχνος στο βλέμμα σου κι εκείνη την άτιμη, τη ζηλευτή, άνεσή σου, να του μιλάς για ένα σωρό πράγματα κοιτώντας τον στα μάτια. Τι κι αν χτυπιόσουνα στα πατώματα μετά και σιχτίριζες την ώρα που τον γνώρισες. Μια χαρά ανάρρωσες, μια χαρά… Αλίμονο στους… ‘προσεχτικούς του έρωτα’. Να ‘ξερες πόσο τους λυπάμαι…

Θα πρέπει να ‘μουν γύρω στα δεκατέσσερα όταν ερωτεύτηκα τον Κωστή… Αυτός δεκαοχτώ. Ξέρεις τώρα, καλοκαίρι - διακοπές - θάλασσα - μακροβούτια, ε, δε θέλεις και πολύ όταν είσαι δεκατέσσερα. Μου άρεσε να τον κοιτώ από μακριά… Κολυμπούσε και ωραία… Δεν πολυπλησίαζα, κι όταν οι φιλενάδες μου με προτρέπανε να πάω να του μιλήσω, τόσο εγώ απομακρυνόμουνα. Μια μέρα όμως, το αποφάσισα, θα πάω να του πω: ΚΑΛΗΜΕΡΑ! Είχα τελειοποιήσει και τα μακροβούτια μου εκείνο το καλοκαίρι, οπότε το είχα. Ο Κωστής είχε μπει στο νερό. Εγώ θα έκανα ένα εξαίσιο μακροβούτι και θα έβγαινα μπροστά του σε στυλ ‘χαμογελαστή γοργόνα’ και αθληταρού, λέγοντάς του, με νόημα: «Καλημέρα Κωστή!».

Ξεκινώ λοιπόν την επιχείρησή μου, με μια μικρή συστολή. Το μακροβούτι πήγε σούπερ, έλα όμως που είχε κυματάκι εκείνη την μέρα… Έχω φτάσει λοιπόν κοντά του, και με κοιτά, αχ με κοιτά!!! Χαμογελώ, κι εκεί πάνω στο «κα..» του προδιαγεγραμμένου καλημέρα μου, έρχεται και σκάει ένα ωραιότατο κύμα στη μούρη μου! Δεν έχω ιδέα αν με άκουσε μέσα στις μπουρμπουλήθρες που σχημάτισε το κύμα μέσα στο ανοιχτό μου στόμα. Έστριψα γρήγορα και τον άκουσα μόνο να μου φωνάζει: «Είσαι καλά Ελενάκι;». Έγνεψα καθησυχαστικά, μη τον αφήσω και με την αγωνία ενός ενδεχόμενου πνιγμού μου, κι έφυγα κολυμπώντας με την ουρά στα σκέλια… Ε, όχι και «Ελενάκι» ρε γαμώτο, μετά από τόσο αγώνα!!!

Νομίζω ότι αυτή η ιστορία με το κύμα με στιγμάτισε. Κάθε φορά που θέλω να πλησιάσω κάποιον φοβάμαι πως θα σκάσει πάνω μου εκείνο το κύμα-σφαλιάρα να με αναχαιτίσει… Ότι, ρε παιδί μου, θα ξαναγίνω πάλι εκείνο το ‘Ελενάκι’. Αλήθεια σου λέω…

Να, προχτές βγήκαμε με μια παρέα κι ήρθε κι Αυτός! Αχ, Αυτός! Νομίζω ότι αν άκουγε κανείς τη καρδιά μου θα με έστελνε στα επείγοντα για triplex. Κι όση ώρα πλησίαζε στο τραπέζι μας τον κοιτούσα αποσβολωμένη… Κι όταν έφτασε, σοβαρά, δε θυμάμαι καν, αν του είπα γεια. Νομίζω επίσης ότι μίλησα σε όλους, γνωστούς και αγνώστους εκείνο το βράδυ. Σε όλους, εκτός από Αυτόν! Όχι από σνομπισμό, ούτε από συστολή αλλά από το φόβο ‘του κύματος’. Και όση ώρα μιλούσα με όλο τον κόσμο, μέσα στη δήθεν άνεσή μου, ο νους μου ήταν εκεί, στο τί θα του πω, … κι έτσι κάπως, πέρασα ένα ολόκληρο βράδυ, μέσα στο κεφάλι μου με την απελπισμένη φωνή μιας γυναίκας να ουρλιάζει: «Μίλα του, πες του κάτι ή έστω κοίτα τον!».

Μοιραία, η επόμενη μέρα με άφησε τόσο, μα τόσο απογοητευμένη…

Και τώρα που σου γράφω σκέφτομαι πως ένας σωρός από βιβλία ψυχανάλυσης δε με διευκόλυναν ιδιαίτερα… μόνο μια φράση της γιαγιάς μου κλωθογυρίζει στο κεφάλι μου από εκείνη την άνυδρη μέρα…

Αυτή εδώ: «Άμα δε βρέξεις κώλο, κόρη μου, ψάρι δε τρως!»

Ναι, μάλλον είχε δίκιο.

Σ’ αγαπώ πολύ και σε ζηλεύω που αφήνεσαι στο κύμα

Η φίλη σου,

Ελένη

                                                                                                    Ελένη Παλλέ

Φωτογραφία: Δημήτρης Μιχαλόπουλος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου