Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

Καμιά γυναίκα, δεν πρέπει, να ξεχνάει την αξία της και αναλώνεται.

ΓΥΝΑΙΚΑ:  είναι να αγαπάς, να είσαι στοργική, ευαίσθητη, δυναμική, να έχεις την αντίληψή σου οξυμένη. Γυναίκα:  είναι να αναλαμβάνεις πρωτοβουλίες, να ζητάς συγγνώμη, όταν έχεις άδικο και να εκδηλώνεις, τα συναισθήματά σου, χωρίς φόβο.

Η γυναίκα, έχει το ταλέντο, να ανεβάσει, έναν άντρα, πολύ ψηλά, όπως και το αντίστροφο. Αρκεί, να ξέρει, τον σωστό τρόπο.

Γυναίκα: είναι να δίνεις, να δίνεις απλόχερα.

Τι;


Χαρά, ξεγνοιασιά;; Νόημα στην ζωή; Ή να την ομορφαίνεις, να την κάνεις καλύτερη;

Σπουδαίες λέξεις, αλλά και τόσο απαγορευμένες!

Όλες αυτές, σφηνωμένες, στο μυαλό μου και μια παλιά κατάσταση, πού ξέθαψα, από το ντουλάπι μου.

Ήρθε η ώρα, να μιλήσω! Μου είπε, εκείνη η γλυκιά γυναίκα, που κάποτε, είχε φθάσει 49 κιλά, όχι, από νευρική ανορεξία, αλλά, από ψυχική κακοποίηση, που παρά τρίχα, να γίνει σωματική.

Θεωρούσα τη σχέση μου σημαντική, ειδικά το θέμα του γάμου, μού τόνισε αρκετές φορές. Σαν τώρα, αγαπημένοι μου, φέρνω στο νου μου, τα παγερά της μάτια και ανατριχιάζω.

29 χρόνων και έκανε όνειρα, όπως όλα τα κορίτσια, να παντρευτεί τον πρίγκηπά της. Όταν τον γνώρισε, ένιωθε να πετά, γελούσε, όπως τα μωρά, όταν τα χαϊδεύουν οι γονείς τους. Τους πρώτους μήνες, της σχέσης τους, ήταν όλα καλά.

Ύστερα, ήρθε και ο αρραβώνας.

Γρήγορος, αναπάντεχος. Φίλοι από παιδιά, ήξερα και την οικογένειά του. Ήσυχη οικογένεια, μαζεμένη. Μού τόνισε και μού χαμογέλασε,, καθώς την ένιωσα, να βγάζει, ένα βαρύ φορτίο, από μέσα της. Ζούσαμε, στο ίδιο σπίτι και κάθε φορά, που του έλεγα, να φύγουμε, να πάμε, μακριά, από τους δικούς του, πάντα, κάτι γινόταν και μέναμε, πάλι, πίσω.

Τα βράδια, τον καλούσε στο τηλέφωνο, ο πατέρας του, να κατεβεί, να πάρει: ψωμί, να δεί τον θείο, να πάρει γλυκό... Πάντα, η ίδια ώρα. Σαν ξυπνητήρι. Δεν ήξερα, πως έπρεπε, να πάρει, το χάπι, να ηρεμήσει! Πως, όλοι στο δρόμο, περπατούν, επειδή, η χώρα μας, έχει κρίση και παραμιλούν. Δεν ήξερα, πως αργά ή γρήγορα, θα φθάσουμε- σύμφωνα, με τη πεθερά μου- σε τέτοια κατάσταση.

Τον έβλεπε, να κοιμάται, από νωρίς και αυτή, να βλέπει τηλεόραση, ή να χαζεύει στον υπολογιστή. Ήθελε, να βγει, όπως τα άλλα ζευγάρια, αλλά… δουλεύω… η φράση, πού της βούλωνε τα αυτιά. Αλλά, ποια δουλειά; Είχε φύγει και την έκανε, να πιστεύει, πως δουλεύει, για να μην της αποκαλύψει την αλήθεια.

Είχε και τα πεθερικά της- κυρίως την πεθερά της- να την συμβουλεύουν: άμα τον βλέπεις, να κοιμάται, μην τον ενοχλείς και μην τον κάνεις, να νευριάζει. Μην του λες, μάλιστα, ποτέ, πράγματα, που είναι στενάχωρα. Να τον κάνεις, να γελάει συνέχεια. Έτσι, κορίτσι μου; Φράσεις, που την έβαζαν σε σκέψεις.

Όταν, ήρθε και ο αρραβώνας; Τα πράγματα, χειροτέρεψαν. Έγινε, άλλος άνθρωπος. Απότομος, έβριζε, την μείωνε… Τι ρούχα, είναι αυτά, πού φοράς; Έχεις δει τα 25χρονα, κορίτσια; Περπατάς και κρατάς τους τοίχους, δεν ξέρεις, να μιλάς- κι ας είχε τελειώσει το πανεπιστήμιο.Είσαι άρρωστη, πρέπει, να κάνεις εξετάσεις…  

Πες τε, μου, πώς να συνεχίσω, όλα όσα, μου είπε, αυτή η γυναίκα;

Δεν γίνεται, άλλωστε, σε μια άσπρη κόλλα, ούτε σε ένα λογοτεχνικό μου βιβλίο!

Μια γυναίκα, που δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί της, έμπαινε μπροστά στην κακοποίηση των άλλων γυναικών, μάλιστα, είχε τσακωθεί και με τον σύζυγο, μιας εξαδέλφης της, όταν την είχε χαστουκίσει… Αλλά και τόσα άλλα, βρέθηκε, η ίδια, να απειλείται. Έπρεπε, να κάνει, άμεσα κάτι, να ξεφύγει, πριν, πάρει, η κατάσταση, άλλη τροπή. Πριν, φθάσει σε σημείο και ο άνθρωπος αυτός, να ασκήσει σωματική βία, επάνω της.

Ανακοίνωσε στους δικούς της, τα προσεχή και περίμενε, το επόμενο ξέσπασμά του. Για καλή της τύχη, πάνω στο θυμό του, την έσπρωξε, της έδωσε την βαλίτσα της και την έδιωξε, από το σπίτι. Για ασήμαντο λόγο: γλίστρησα και εκείνος, νόμιζε, πώς θέλησα, να του σπάσει ένα αγαπημένο του αντικείμενο, ενώ, εγώ, κρατήθηκα, από την καρέκλα, αλλιώς, θα είχα σπάσει το πόδι μου. Ύστερα; Γέμισε, τον κόσμο, πώς είμαι νευρικιά και τόσα άλλα…

Όλοι και όλες, γνωρίζετε τη δράση μου, στη σωστή και ομαλή λειτουργία, της γυναίκας. Πως, το όνειρό μου, είναι ένα καταφύγιο κακοποιημένων γυναικών και παιδιών.

Γιατί;

Για όλες αυτές τις γυναίκες, σαν την ηρωίδα του άρθρου μου. Για όλες, τις γυναίκες, που ξύπνησαν, σε ένα νοσοκομειακό κρεβάτι, με ξεραμένο αίμα και επιδέσμους στα χέρια και όχι, μόνο.

Δεν χρειάζεται φόβος… Ακόμα κι αν, χρειαστεί, με ανατριχιαστικές και στοχευμένες σκέψεις, που τεμαχίζουν την ψυχολογική  ζωή και την προσωπικότητα, να βγει, η αλήθεια, στο φως.

Στην αρχή, θα μοιάζουν, όλα θολά, μπερδεμένα. Ίσως, να σκέφτεσαι, πως, δεν θα μπορεί, να σου δώσει, τη ζωή σου, πίσω… Λάθος.

Η ζωή, ανήκει σε όλες τις γυναίκες!

Στις γυναίκες, που φέρνουν στο κόσμο: παιδιά, τα μεγαλώνουν, ωριμάζουν…

Στις γυναίκες, που δίνουν ζωή, στο μέλλον. Στα μυστήρια πλάσματα.  Στις πολύπλοκες προσωπικότητες. Στις πεισματάρες. Στις γοητευτικές, αλλά και στις πονηρές.  

Μα, πάνω από όλα; Σύζυγο, μητέρα, εργαζόμενη, νοικοκυρά, μαγείρισσα, καθαρίστρια, δασκάλα και όλα αυτά και πόσα ακόμα συνοδευόμενα με τα επίθετα: καλή και σωστή.

Καμιά γυναίκα, δεν πρέπει, να ξεχνάει την αξία της και αναλώνεται.

Ηλιάνα Βολονάκη
Συγγραφέας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου