Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Εμένα θα μου πεις;


Εμένα θα μου πεις για φτώχεια; Εγώ την φτώχεια την ξέρω καλύτερα απ’ όλους. Εγώ θα σου πω τι πα να πει φτώχεια.
Οι λέξεις, σφαίρες πολυβόλου, έπεφταν πάνω στη γυφτισσούλα που τσουλώντας ένα καρότσι και κρατώντας απ’ το χέρι ένα μικρό ξυπόλητο με τη μύξα να τρέχει απ’ το ένα ρουθούνι, άκουγε σωπαίνοντας το δίδαγμα. Ποιος ξέρει τι είχε τολμήσει να πει, ζητώντας ελεημοσύνη από την αντρογυναίκα, που με φορτωμένο το παπί σακούλες απ’ την λαϊκή, έκλεινε την αυλόπορτα που οδηγούσε στον κήπο της κι ετοιμαζόταν να φύγει. Μα αφού έβαλε τα πράματα στη θέση τους, ήρθε η ώρα να δείξει τη μεγαλοσύνη της. Ξαναμπήκε στην αυλή, μάζεψε κανα δυο λεμόνια πεσμένα στο χώμα· μην πάνε χαμένα, για την γύφτισσα καλά είναι,  έκοψε και άλλα δυο από το δέντρο και γύρισε να της τα δώσει, έχοντας την αίσθηση ότι εκτέλεσε την καλή της πράξη του Σαββατοκύριακου κι ο παράδεισος την περιμένει.
Αν της έλεγε κάποιος ότι ο ικέτης είναι ιερό πρόσωπο, πιθανόν να μην καταλάβαινε λόγω αδυναμίας

να μεταφράσει τη λέξη ικέτης στα δικά της ελληνικά των διακοσίων λέξεων.
Θυμήθηκα που μου ‘λεγε η μάνα μου για κείνο το σκληρό χειμώνα του ‘42 που η πείνα έφτασε στο απροχώρητο κι αναζητούσαν οτιδήποτε μπορούσε να φαγωθεί. Και πήγαιναν παρακαλώντας για λίγες λαχανίδες στα περβόλια (οι Καλαματιανοί ξέρουν που ήταν και ακόμα παραμένει το όνομα για την περιοχή). Αν δεν έπεφταν πάνω τους τα σκυλιά που άφηναν ελεύθερα οι μπαξεβάνηδες, στην καλύτερη περίπτωση ένα μάτσο φύλλα πεσμένα στο χώμα ήταν το αποτέλεσμα. Δεν έχουν αλλάξει και πολλά έκτοτε.

                        Μιχάλης Δημητρακόπουλος

                             


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου