Του
Richard Linklater
Πολύ πριν να σε συναντήσω εγώ σε περίμενα.
Πάντοτε σε περίμενα.
Τ. Λειβαδίτης
Η λευκή οθόνη είναι ένα κενό, ένας άδειος καμβάς, ένα άλμπουμ κι ένας
τεράστιος τοίχος μουσείου που σαν καθίσεις μπροστά του αρχίζει και ζωντανεύει.
Το βλέμμα μας τον κανει ευμετάβλητο και αυτός αντίστοιχα κάνει ευμετάβλητη την
ψυχικη μας κατάσταση. Μέσα από τη δυσδιάστατη αναπαράσταση καταφέρνει να
απορροφά κάθε κρυφή προβολή που κάνουμε μέσα στην σκοτεινή αίθουσα. Καταφέρνει
να συγκινήσει εμάς, τους τρισδιάστατους, που αναζητούμε ιστορίες να
ταυτιστούμε, χαρακτήρες να μας μοιάζουν, φινάλε που θα μας βγάλουν από τη δική
μας αναμονή για
κάποιο τέλος. Το οποιοδήποτε.
κάποιο τέλος. Το οποιοδήποτε.
Αυτές ήταν κάποιες πρώτες σκέψεις που έτρεχαν στο μυαλό μου καθώς
παρακολουθούσα το Πριν τα Μεσάνυχτα, σε ένα σχεδόν αδειό θερινό σινεμά, με τη
δροσιά και τη νύχτα να μετατρέπει την οθόνη σε ένα θέαμα «μόνο για εμένα».
Σίγουρα μετά την κυκλοφορία της ταινίας έχουν γραφτεί αρκετά διθυραμβικά
σχόλια, οι κριτικές ήταν οικουμενικές, ενώ και εισπρακτικά η ταινία του θαυμάσιου τρίδυμου(Hawk-Delpy-Linklater) ξεπέρασε κάθε προσδοκία.
Κάποιες ταινίες απλά ΕΙΝΑΙ ο κινηματογράφος, αποτελούν αυτό για το οποίο
ο κόσμος πάει ακόμη σινεμά. Όταν πέρσι πάλι είχα προτείνει τις δύο πρώτες
ταινίες σε πολλούς φίλους, έγινε γιατί η συγκεριμένη ιστορία ήταν ακόμη σε
συνέχεια, σαν τα βιβλία του συγραφέα πρωταγωνιστή. Ένα βιβλίο κάθε φορά για το
σημείο που βρισκόταν απέναντι στον έρωτα της ζωής του, έτσι που το σενάριο δεν
είναι απλά εργαλείο αλλά η ίδια η συνέχεια ενός προσώπου που μεγαλώνει και οι
χαρακτήρες δεν αποτελούν 2 αστέρες που εκτελούν ρόλους, αλλά ένα ζευγάρι που
είναι γνωστοί μας και εμείς χάνουμε νέα τους, ξαναπέφτοντας πάνω τους μετά από
χρόνια, αναζητώντας να μάθουμε τι έγινε στο ενδιάμεσο! Η τριλογία του Linklater καταφέρνει ακριβώς αυτό το πράγμα. Παίρνοντας ένα
σπάνιο και ρομαντικό στιγμιότυπο, επέμεινε με ζήλο να το εξελίσσει, να το
δουλέψει και να το κρατήσει ζωντανό απέναντι σε κάθε κυνισμό και κακόβουλη
οπτική που θέλει να νομίζουμε πως ο έρωτας κάποια στιγμή φεύγει ή γίνεται
γραφική νοοτροπία.
Ο Τζέσι και η Σελίν είναι πια σαραντάρηδες, κουβαλούν μεσήλικες
νευρώσεις, μεσήλικες φοβίες, άγχη καθημερινότητας, κουβαλούν ταυτόχρονα τα
στερεότυπα του χαρακτήρα τους που ξέρουμε. Σε μια συνεχόμενη στιχομυθία που
αποκαλύπτει όσα έχουν γίνει μέσα σε 9 χρόνια, τους συναντούμε να αποκαλυπτουν
τη ρουτίνα τους, τις συγκρούσεις τους. Τώρα που πια έχουν ο ένας τον άλλον και
ο αγώνας για κατάκτηση έχει τελειώσει, μιλούν για τον αγώνα να μείνουν
κατανοητοί μεταξύ τους, να αναπωλούν το δρόμο που τους έφερε μέχρι εκεί, να
προσπαθούν ακόμη να ξεκλειδώσουν τα λόγια που ανταλάσσουν. Βασικά να κινούν τα
συναισθήματα τους μέσα στη στασιμότητα που είναι μια σταθερή οικογενειακή ζωή
με υποχρεώσεις. Η ταινία γίνεται βαρειά, αποκτά νύχια σε στιγμές και τρομάζει
τον θεατή αφού αναδύονται συγκρούσεις και μια αίσθηση τέλους…το ζευγάρι που
ξέρουμε είναι φθαρτό και γραφικό, αλλά…
Η ταινία είναι η καλύτερη της τριλογίας γιατί είναι και πιο αληθινή.
Είναι ένας ύμνος πάνω στην μυστική ρουτίνα κάθε έρωτα, στο αιώνιο και το άχρονο
συναίσθημα που θέλει την ιστορία να διαλαλεί τις δυσκολίες αλλά να κρατά κρυφές
τις στιγμές που αρχίσαν όλα, προστατεύοντας τα από απαισιόδοξα μάτια. Είναι
αυτό που όλοι ξέρουμε και ψάχνουμε αλλά δε το λέμε, και ευτυχώς το είπε ο
κινηματογράφος για εμάς!
Στέλιος Μοίρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου