Οι φυτικές
ή αλλιώς ακατέργαστες ή διαιτητικές ίνες αφορούν το σύνολο των οργανικών
συστατικών των μεμβρανών των φυτικών κυττάρων και των σκελετικών συστατικών του
φυτού, που διατηρούνται κατά την χημική ανάλυση των τροφίμων, αφού έχουν
απομακρυνθεί η πρωτεΐνη, το λίπος και οι μη αζωτούχες εκχυλίσιμες ύλες. Συνεισφέρουν
ευεργετικά στον οργανισμό, δεν πέπτονται από το γαστρεντερικό σύστημα και μεταβιβάζονται
χωρίς καμιά επιρροή στο παχύ έντερο όπου
προκαλείται ζύμωση, είτε σε μικρότερο είτε σε μεγαλύτερο βαθμό, από τα βακτήρια
που βρίσκονται φυσιολογικά στο έντερο.
Οι φυτικές
ίνες ήταν αναγνωρίσιμες από παλιά, αλλά μόλις τα τελευταία χρόνια έχει
διαπιστωθεί το πόσο ευεργετικές είναι για την διατροφή έτσι ώστε να παίζουν
σημαντικό ρόλο σήμερα για τη συνεισφορά τους
στην υγεία και για την προφύλαξη από πολλές νόσους. Έτσι, μια δίαιτα που είναι
πλούσια σε φυτικές ίνες και χαμηλή σε λιπαρά μπορεί να αποτρέψει τον κίνδυνο
εκδήλωσης καρκίνου του παχέος εντέρου και
μαστού, εμφάνισης νοσημάτων της ορθοπρωκτικής περιοχής, δυσκοιλιότητας, καρδιαγγειακών
νοσημάτων, αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, χρόνιας αποφρακτικής
πνευμονοπάθειας, υπερλιπιδαιμίας, οστεοπόρωσης, αρτηριακής υπέρτασης,
σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, αλλά και παχυσαρκίας.
Σύμφωνα με
την αρχαιότητα η διατροφή των αρχαίων Ελλήνων αποτελούνταν από σημαντικά
αυξημένες ποσότητες εποχιακών φρούτων, οσπρίων και ξηρών καρπών, όπως συμβαίνει
και με τους Έλληνες της σύγχρονης εποχής. Αυτοί που ειδικεύονταν στα θέματα
διατροφής είχαν ασχοληθεί εκτενώς και διεξοδικά με τα τρία βασικά συστατικά της
τροφής, πρωτεΐνες, λίπη και υδατάνθρακες, τα οποία είναι πλούσια σε
θερμίδες. Αντίθετα, σχετικά με το σημείο της τροφής που δεν έχει θρεπτική αξία,
οι φυτικές ίνες, για πολλά χρόνια δεν μελετήθηκαν. Αυτό οφείλεται στο
γεγονός πως οι φυτικές ίνες δεν παρέχουν
καθόλου ενέργεια, με συνέπεια να πιστεύεται ότι δεν έχουν κάποια αξία και ότι
με την απουσία τους από τη διατροφή η ποιότητα των φυτικών τροφών, κυρίως των
δημητριακών, καλυτέρευε.
Παρ’ όλα
αυτά, η μεγάλη πρόσληψη φυτικών ινών
δεν έχει πάντα θετικές συνέπειες. Η υπέρμετρη λήψη τους, σύμφωνα με τη διεθνή
βιβλιογραφία, μπορεί να παρουσιάσει αρνητικές επιπτώσεις σε πολλές περιπτώσεις.
Σύμφωνα με αυτήν την προοπτική η Αμερικανική Ακαδημία Διατροφής, το 2009, συνιστά
ως μέση ημερήσια πρόσληψη φυτικών ινών για τους άνδρες ηλικίας 50 ετών και
κάτω, τα 38 g φυτικών ινών ανά ημέρα. Για γυναίκες ηλικίας ≤50 ετών, η
αντίστοιχη ποσότητα μειώνεται στα 25 g ημερησίως, ενώ για μεγαλύτερες ηλικίες, όπου
οι θερμίδες και η τροφή είναι λιγότερες, η μέση ημερήσια ποσότητα των φυτικών
ινών συνίσταται για τους άνδρες ηλικίας >50 ετών στα 30 g και για τις γυναίκες στα 21 g. Ωστόσο, σε μια χώρα
κατ’ εξοχήν μεσογειακή, όπως η Ελλάδα, οι κάτοικοί της δεν τρέφονται σε μεγάλο
ποσοστό με φρούτα, δημητριακά, ξηρούς καρπούς και τρόφιμα πλούσια σε φυτικές
ίνες, παρόλο που τα προϊόντα αυτά αφθονούν.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΦΥΤΙΚΩΝ ΙΝΩΝ
Οι φυτικές
ή οι διαιτητικές ίνες αποτελούν το βρώσιμο τμήμα των φυτικών τροφίμων, οι
οποίες δεν μπορούν να πεφθούν ή να απορροφηθούν στο λεπτό έντερο και περνούν
ανέπαφες στο παχύ έντερο. Οι φυτικές ίνες περιέχονται στα φρούτα (αχλάδια,
μήλα, φράουλες, ροδάκινα, βερίκοκα, πορτοκάλια), στα λαχανικά (λάχανο, μαρούλι,
αγκινάρες, κρεμμύδια, καλαμπόκι, ντομάτες, αρακάς, φασολάκια, μπρόκολο), στα
όσπρια (φακές, ρεβίθια, φασόλια), καθώς και σε όλα τα προϊόντα δημητριακών ολικής
άλεσης (δημητριακά που περιέχουν πίτουρο, ψωμιά ολικής άλεσης και πολύσπορα).
Οι φυτικές ίνες χωρίζονται σε διαλυτές και αδιάλυτες ανάλογα με τον τρόπο που
διαλύονται. Και τα δύο είδη διαφέρουν
στις αναλογίες τους σε πολλές τροφές. Οι διαλυτές φυτικές ίνες περιέχονται στη βρώμη,
στο κριθάρι, στα φρούτα, στα λαχανικά και στα όσπρια (φασόλια, φακές, ρεβίθια),
ενώ οι αδιάλυτες φυτικές ίνες περιέχονται τόσο στα δημητριακά ολικής άλεσης όσο
και στο ψωμί ολικής άλεσης.
Γενικότερα
υπάρχει η άποψη ότι οι φυτικές ίνες βρίσκονται αποκλειστικά σε φρούτα και
λαχανικά, αν και δεν ισχύει ακριβώς, καθώς συμπεριλαμβάνονται και σε τροφές που
περιέχουν άμυλο. Μάλιστα στην περίπτωση που το είδος του αμύλου αποτελείται από
φυτικές ίνες, ονομάζεται ανθεκτικό άμυλο. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι
φυτικές ίνες μπορούν να αυξάνουν σε όγκο, προσλαμβάνοντας μόρια νερού, καθώς
και να απορροφούν διάφορα μόρια στο εσωτερικό τους. Οι διαιτητικές ίνες, καθώς αυξάνονται
περισσότερο στο στομάχι, αργοπορούν να μεταβιβάσουν τις τροφές προς το λεπτό έντερο
και αυτό έχει ως συνέπεια να προκαλούν κορεσμό και να ελαττώνουν το αίσθημα
πείνας. Επιπλέον, αξίζει να αναφερθεί πως με την πρόσληψη τροφών πλούσιων σε
διαιτητικές ίνες καθυστερείται η
απορρόφηση της γλυκόζης από τον οργανισμό και καλυτερεύει η διαχείρισή της. Η
αυξημένη κατανάλωση φυτικών ινών παίζει σημαντικό ρόλο στη θεραπεία της χρόνιας
δυσκοιλιότητας και οφείλεται στην ιδιότητά τους να παραμένει το περιεχόμενο του
εντέρου μαλακό, πράγμα που οδηγεί στην
εύκολη έξοδό τους από το μυϊκό τοίχωμα του πρωκτού. Παρ’ όλα αυτά , σύμφωνα με τη
διεθνή βιβλιογραφία, στα περισσότερα άτομα με σοβαρή δυσκοιλιότητα η υπερβολική
κατανάλωση τροφών πλούσιων σε φυτικές ίνες όχι μόνο δεν καλυτερεύει τα
συμπτώματα της χρόνιας δυσκοιλιότητας αλλά μπορεί και να τα επιβαρύνει.
Επομένως, και σε αυτήν την περίπτωση
καταλήγουμε στο σοφό ρητό «[Παν] μέτρον άριστον» (Κλεόβουλος, 6ος
αι. π.Χ.)..
ΠΗΓΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου